Όταν ο ήλιος πάει για ύπνο | Συνέντευξη του Γιάννη Γκανά στην Κόκκινη Αλεπού
Blog, Έμπνευση | 02.06.2020
Για την έκδοση του βιβλίου Όταν ο ήλιος πάει για ύπνο σε κείμενο της Αργυρώς Πιπίνη και εικονογράφηση της Ίριδας Σαμαρτζή και τις προκλήσεις που αντιμετώπισαν οι δημιουργοί τους μιλήσαμε με τις εκδόσεις Μάρτης και τον εικαστικό Γιάννη Γκανά και θέσαμε τις ερωτήσεις μας για να μάθουμε περισσότερα για το πώς το βιβλίο αυτό έφτασε από μια ιδέα να γίνει αντικείμενο Τέχνης.
Είναι η πρώτη φορά που ένας ελληνικός εκδοτικός οίκος κυκλοφορεί ένα βιβλίο-ακορντεόν με παραγωγή εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα. Ποιες ήταν οι δυσκολίες που συναντήσατε και με ποιον τρόπο τις ξεπεράσατε;
Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν ελάχιστα παιδικά βιβλία-ακορντεόν στην ελληνική αγορά. Τα τελευταία χρόνια από τον Μάρτη κυκλοφόρησε το Είναι καλό να έχεις ένα παπάκι της Ισόλ, όπως και τα “κάθετα” βιβλία της Κλεά Ντιντονέ που κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις ΚΟΚΚΙΝΟ. Και στις δυο αυτές περιπτώσεις, η παραγωγή έγινε στο εξωτερικό, συνεπώς το τεχνικό κομμάτι ήταν λίγο πολύ λυμένο. Στις καλλιτεχνικές εκδόσεις βέβαια υπάρχει πληθώρα βιβλίων-ακορντεόν, τα οποία έχουν παραχθεί κατά κύριο λόγο από καλλιτεχνικά βιβλιοδετεία σε μικρά τιράζ. Το στοίχημα για εμάς στο συγκεκριμένο βιβλίο ήταν να καταφέρουμε να παράξουμε μέσα από βιομηχανικές διαδικασίες και χωρίς εκπτώσεις στην ποιότητα, ένα δύσκολο βιβλίο σε μεγάλο αριθμό αντιτύπων στο χαμηλότερο δυνατό κόστος, ώστε να μπορεί να φτάσει στα χέρια των αναγνωστών σε μια λογική τιμή. Συνεργαστήκαμε στενά με την Ίριδα και την Αργυρώ, που μας τίμησαν με την εμπιστοσύνη τους, ώστε να οριστικοποιήσουμε την τελική φόρμα εξετάζοντας διάφορα σενάρια μέχρι να καταλήξουμε. Παράλληλα, είχαμε στο πλευρό μας τους τυπογράφους μας Κώστα Πλέτσα και Ζωή Κάρδαρη που, με την πολυεπίπεδη εμπειρία τους σε συμβατικά αλλά και σε πολύ εξειδικευμένα βιβλία, μας συμβούλεψαν και βρήκαμε τις λύσεις για να έχουμε τελικά στα χέρια μας αυτό το βιβλίο.
Πώς πήρατε την απόφαση να τυπώσετε στην Ελλάδα και όχι π.χ. στην Κίνα και τι αντίκτυπο είχε αυτό στον Μάρτη και το βιβλίο;
Η παραγωγή στο εξωτερικό έχει το θετικό ότι αυτές οι μονάδες χρησιμοποιούν πανάκριβα και πολύ εξειδικευμένα μηχανήματα για κάθε στάδιο της δουλειάς (εκτύπωση, βιβλιοδεσία, ειδικές κατασκευές) και μπορούν να εγγυηθούν άριστη ποιότητα σε ανταγωνιστικές τιμές. Είναι μια καλή λύση όταν το βιβλίο είναι “έτοιμο” ή σε περίπτωση συμπαραγωγής (μια κοινή πρακτική στα ξενόγλωσσα παιδικά βιβλία) όπου τα κόστη πέφτουν σημαντικά. Στον αντίποδα αυτού βρίσκεται το γεγονός ότι είναι πολύ δύσκολο να παρακολουθήσεις από κοντά τα στάδια της παραγωγής και να έχεις μια δημιουργική συνεργασία με τους τεχνίτες που αναλαμβάνουν την κάθε εργασία και να προκύψουν πρωτότυπες λύσεις κατά τη διάρκεια κατασκευής του βιβλίου. Είναι μια πολύτιμη και πολύ δημιουργική διαδικασία, απολύτως απαραίτητη για το συγκεκριμένο βιβλίο και είμαστε πολύ ικανοποιημένοι που το αντιμετωπίσαμε έτσι. Επίσης ευτυχές είναι το γεγονός ότι αν είχαμε αναθέσει την παραγωγή στην Κίνα, με τις δεδομένες έκτακτες συνθήκες, το βιβλίο θα ήταν πιθανότατα ακόμη σε κάποιο κοντέινερ…
Από αριστερά: Η εικονογράφος Ίρις Σαμαρτζή και η συγγραφέας Αργυρώ Πιπίνη με τον Γιάννη Γκανά και την Άννα Παπαφίγκου των εκδόσεων Μάρτης.
Το βιβλίο παράχθηκε σε μια πολύ δύσκολη περίοδο, αυτή του lock-down, όπου οι περισσότερες επιχειρήσεις ήταν κλειστές και οι μετακινήσεις εξαιρετικά περιορισμένες. Είχατε τη δυνατότητα να παρακολουθείτε από την αρχή την παραγωγή του; Είστε ευχαριστημένοι με το αποτέλεσμα; Υπάρχει κάτι που θα αλλάζατε τώρα που το πήρατε στα χέρια σας;
Το βιβλίο ήταν προγραμματισμένο να παρουσιαστεί στις 21 Μαρτίου, την αρχή της Άνοιξης, στο πλαίσιο των δράσεων που έχουμε κάθε χρόνο σε αυτό που μεταξύ μας αποκαλούμε το “Πάρτι του Μάρτη” κι έχει επετειακό χαρακτήρα. Η κρίση του κορονοϊού βέβαια τα άλλαξε όλα, αλλά όχι το κέφι μας και το κέφι των συνεργατών μας να υλοποιήσουμε τα τελικά στάδια του βιβλίου στην περίοδο του lock-down. Η συνεργασία υπήρξε αδιάκοπη –αν και με μάσκες και γάντια– και νομίζω πως ακριβώς λόγω της φύσης αυτού του βιβλίου όλοι οι εμπλεκόμενοι βρήκαν ανακούφιση και χαρά δουλεύοντας σε κάτι δημιουργικό και πρωτότυπο. Το τελικό αποτέλεσμα μας δικαίωσε όλους.
Γιατί πιστεύετε στην Ελλάδα δε δίνεται στην τυπογραφία η σημασία που της αξίζει; Τι είναι αυτό που φρενάρει τους εκδοτικούς από το να παράξουν όμορφα βιβλία που να ξεχωρίζουν όχι μόνο για το κείμενο και την εικονογράφησή τους αλλά και για την τυπογραφία τους;
Πιστεύω ότι το βιβλίο στην Ελλάδα είναι ποιοτικότερο στην παραγωγή σε σύγκριση με άλλες χώρες. Τα λογοτεχνικά βιβλία δεν κυκλοφορούν σε δύο εκδόσεις, την πολυτελή hardback και την ευτελή paperback, όπως στις περισσότερες μεγάλες αγορές, με αποτέλεσμα η βασική έκδοση στην Ελλάδα να είναι ένας συνδυασμός των παραπάνω: ένα μαλακό βιβλίο με αυτιά, πολύ καλά χαρτιά και εκτύπωση. Αυτή είναι η εικόνα για τα περισσότερα βιβλία και οι εκδότες αξίζουν συγχαρητήρια για το γεγονός ότι έχει εδραιωθεί ένα στάνταρτ υψηλού επιπέδου. Στο παιδικό βιβλίο επίσης τα τελευταία χρόνια η ποιότητα των εκδόσεων (ελληνικών και μεταφρασμένων) έχει ανέβει σημαντικά. Από τον σχεδιασμό μέχρι την επιλογή των χαρτιών, βλέπει κανείς μια μεγάλη προσπάθεια που έχει ως αποτέλεσμα εξαιρετικά βιβλία.
Αυτό βέβαια δεν ισχύει για όλους, υπάρχουν πολλά κακοφτιαγμένα βιβλία καθώς και βιβλία που παρουσιάζονται ως καλοφτιαγμένα, αλλά προκύπτουν από τη διαδικασία του μιμητισμού, και που αφαιρούν σημαντικά από την εμπειρία της ανάγνωσης. Φαντάζομαι ότι αυτό οφείλεται στον συνδυασμό της προσπάθειας να κρατηθεί το κόστος χαμηλά (αλλά δυστυχώς όχι πάντα υπέρ της τσέπης του καταναλωτή) και ενός χαμηλού αισθητικού κριτηρίου, όπου στον τομέα μας είναι μεγάλο μειονέκτημα. Το πρόβλημα στην Ελλάδα, είναι πως πολύ συχνά αυτές οι επιλογές στην παραγωγή του βιβλίου, καθώς και τα ζητήματα αισθητικής θεωρούνται ψιλά γράμματα και κάπως εστέτ πρακτικές – στα όρια του βίτσιου. Όταν ξεκινήσαμε με την Άννα τον Μάρτη το 2014, στα χειρότερα χρόνια της –τότε– κρίσης, αποφασίσαμε πως με τα μέσα που διαθέτουμε (η Άννα είναι θεατρολόγος και μεταφράστρια και εγώ εικαστικός καλλιτέχνης με προηγούμενη εμπειρία στον σχεδιασμό βιβλίων) θα προτείνουμε βιβλία που θεωρούμε σημαντικά και πως θα δώσουμε σε όλες τις πτυχές του βιβλίου την ίδια σημασία. Αρκεί να δει κανείς ένα παιδί να διαβάζει ένα βιβλίο: κάποιες φορές το χαϊδεύει, κάποιες το μυρίζει, κάποιες το χρησιμοποιεί για μαξιλάρι και κάποιες κοιτάζει την ίδια εικόνα για μέρες για να καταλάβει ότι αυτή ή διαδικασία αναφέρεται και εμπλέκει όλες τις αισθήσεις, δημιουργώντας μια συνολική εμπειρία, η οποία εντέλει χτίζει μια συνολική αισθητική. Αυτή η διαδικασία είναι πολύτιμη παιδαγωγικά και καθόλου εξεζητημένη. Στην Ελλάδα παραδοσιακά δίνουμε μεγαλύτερη σημασία στον λόγο και δυστυχώς λιγότερη στη συνολική αισθητική και τα αποτελέσματα είναι ορατά γύρω μας. Στο παιδικό βιβλίο, όπου συγγραφέας και εικονογράφος είναι ισότιμοι, δεν υπάρχει το περιθώριο στον εκδότη να τιμήσει το ένα περισσότερο από το άλλο. Το ζητούμενο είναι ένα καλαίσθητο βιβλίο-αντικείμενο που να διεγείρει όλες τις αισθήσεις, και όταν αυτό επιτυγχάνεται η αποδοχή από τα παιδιά είναι εντυπωσιακή.
Τι δυσκολίες υπάρχουν στην παραγωγή βιβλίου τη στιγμή που μιλάμε, λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, και πόσο θα επηρεάσει όλο αυτό που συμβαίνει το παιδικό βιβλίο στην Ελλάδα;
Η δυσκολία στον χώρο του βιβλίου, τώρα και τα προηγούμενα χρόνια, είναι κατά κύριο λόγο οικονομική. Δυστυχώς, οι αναγνώστες είναι λίγοι και οι πολιτεία δεν βοηθάει ιδιαίτερα στο να ενισχύσει αυτήν την κατηγορία. Οι δανειστικές βιβλιοθήκες, η προώθηση της φιλαναγνωσίας στα σχολεία και όλα αυτά που συζητάμε για δεκαετίες δεν προχωράνε ικανοποιητικά. Το γενικότερο οικονομικό κλίμα στην χώρα τα τελευταία δέκα χρόνια έφερε μεγάλες αναταράξεις στον χώρο του βιβλίου και παράλληλα μείωσε σημαντικά την αγοραστική ισχύ των καταναλωτών. Αυτός ο συνδυασμός απαξίωσε το βιβλίο σημαντικά.
Η πλειονότητα των εκδοτών και των βιβλιοπωλών όμως στάθηκε στο ύψος της και πρόσφερε σημαντικά βιβλία όλα αυτά τα χρόνια. Η σημερινή κρίση φέρνει μνήμες της προηγούμενης στα οικονομικά και υπογραμμίζει και πάλι παθογένειες του χώρου (μεταχρονολογημένες επιταγές, αδυναμία πληρωμών κλπ). Παράλληλα, η αδυναμία διοργάνωσης εκδηλώσεων είναι επίσης ιδιαίτερα επιβαρυντική – ειδικά στο παιδικό βιβλίο. Στον αντίποδα αυτού όμως παρατηρούμε ότι εν μέσω καραντίνας, ο κόσμος διάβασε περισσότερο και οι γονείς είχαν τον χρόνο να διαλέξουν και να διαβάσουν στα παιδιά τους ποιοτικά βιβλία. Εύχομαι αυτή η εμπειρία να συνιστά σιγά σιγά τάση και να συνειδητοποιήσουμε όλοι την αναγκαιότητα της Τέχνης στη ζωή μας.
[Συνέντευξη του Γιάννη Γκανά, εικαστικού και συνδημιουργού των εκδόσεων Μάρτης, στη Ζωή Κοσκινίδου και στην ιστοσελίδα Κόκκινη Αλεπού (30/05/2020)]
Για την έκδοση του βιβλίου Όταν ο ήλιος πάει για ύπνο σε κείμενο της Αργυρώς Πιπίνη και εικονογράφηση της Ίριδας Σαμαρτζή και τις προκλήσεις που αντιμετώπισαν οι δημιουργοί τους μιλήσαμε με τις εκδόσεις Μάρτης και τον εικαστικό Γιάννη Γκανά και θέσαμε τις ερωτήσεις μας για να μάθουμε περισσότερα για το πώς το βιβλίο αυτό έφτασε από μια ιδέα να γίνει αντικείμενο Τέχνης.
Είναι η πρώτη φορά που ένας ελληνικός εκδοτικός οίκος κυκλοφορεί ένα βιβλίο-ακορντεόν με παραγωγή εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα. Ποιες ήταν οι δυσκολίες που συναντήσατε και με ποιον τρόπο τις ξεπεράσατε;
Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν ελάχιστα παιδικά βιβλία-ακορντεόν στην ελληνική αγορά. Τα τελευταία χρόνια από τον Μάρτη κυκλοφόρησε το Είναι καλό να έχεις ένα παπάκι της Ισόλ, όπως και τα “κάθετα” βιβλία της Κλεά Ντιντονέ που κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις ΚΟΚΚΙΝΟ. Και στις δυο αυτές περιπτώσεις, η παραγωγή έγινε στο εξωτερικό, συνεπώς το τεχνικό κομμάτι ήταν λίγο πολύ λυμένο. Στις καλλιτεχνικές εκδόσεις βέβαια υπάρχει πληθώρα βιβλίων-ακορντεόν, τα οποία έχουν παραχθεί κατά κύριο λόγο από καλλιτεχνικά βιβλιοδετεία σε μικρά τιράζ. Το στοίχημα για εμάς στο συγκεκριμένο βιβλίο ήταν να καταφέρουμε να παράξουμε μέσα από βιομηχανικές διαδικασίες και χωρίς εκπτώσεις στην ποιότητα, ένα δύσκολο βιβλίο σε μεγάλο αριθμό αντιτύπων στο χαμηλότερο δυνατό κόστος, ώστε να μπορεί να φτάσει στα χέρια των αναγνωστών σε μια λογική τιμή. Συνεργαστήκαμε στενά με την Ίριδα και την Αργυρώ, που μας τίμησαν με την εμπιστοσύνη τους, ώστε να οριστικοποιήσουμε την τελική φόρμα εξετάζοντας διάφορα σενάρια μέχρι να καταλήξουμε. Παράλληλα, είχαμε στο πλευρό μας τους τυπογράφους μας Κώστα Πλέτσα και Ζωή Κάρδαρη που, με την πολυεπίπεδη εμπειρία τους σε συμβατικά αλλά και σε πολύ εξειδικευμένα βιβλία, μας συμβούλεψαν και βρήκαμε τις λύσεις για να έχουμε τελικά στα χέρια μας αυτό το βιβλίο.
Πώς πήρατε την απόφαση να τυπώσετε στην Ελλάδα και όχι π.χ. στην Κίνα και τι αντίκτυπο είχε αυτό στον Μάρτη και το βιβλίο;
Η παραγωγή στο εξωτερικό έχει το θετικό ότι αυτές οι μονάδες χρησιμοποιούν πανάκριβα και πολύ εξειδικευμένα μηχανήματα για κάθε στάδιο της δουλειάς (εκτύπωση, βιβλιοδεσία, ειδικές κατασκευές) και μπορούν να εγγυηθούν άριστη ποιότητα σε ανταγωνιστικές τιμές. Είναι μια καλή λύση όταν το βιβλίο είναι “έτοιμο” ή σε περίπτωση συμπαραγωγής (μια κοινή πρακτική στα ξενόγλωσσα παιδικά βιβλία) όπου τα κόστη πέφτουν σημαντικά. Στον αντίποδα αυτού βρίσκεται το γεγονός ότι είναι πολύ δύσκολο να παρακολουθήσεις από κοντά τα στάδια της παραγωγής και να έχεις μια δημιουργική συνεργασία με τους τεχνίτες που αναλαμβάνουν την κάθε εργασία και να προκύψουν πρωτότυπες λύσεις κατά τη διάρκεια κατασκευής του βιβλίου. Είναι μια πολύτιμη και πολύ δημιουργική διαδικασία, απολύτως απαραίτητη για το συγκεκριμένο βιβλίο και είμαστε πολύ ικανοποιημένοι που το αντιμετωπίσαμε έτσι. Επίσης ευτυχές είναι το γεγονός ότι αν είχαμε αναθέσει την παραγωγή στην Κίνα, με τις δεδομένες έκτακτες συνθήκες, το βιβλίο θα ήταν πιθανότατα ακόμη σε κάποιο κοντέινερ…
Από αριστερά: Η εικονογράφος Ίρις Σαμαρτζή και η συγγραφέας Αργυρώ Πιπίνη με τον Γιάννη Γκανά και την Άννα Παπαφίγκου των εκδόσεων Μάρτης.
Το βιβλίο παράχθηκε σε μια πολύ δύσκολη περίοδο, αυτή του lock-down, όπου οι περισσότερες επιχειρήσεις ήταν κλειστές και οι μετακινήσεις εξαιρετικά περιορισμένες. Είχατε τη δυνατότητα να παρακολουθείτε από την αρχή την παραγωγή του; Είστε ευχαριστημένοι με το αποτέλεσμα; Υπάρχει κάτι που θα αλλάζατε τώρα που το πήρατε στα χέρια σας;
Το βιβλίο ήταν προγραμματισμένο να παρουσιαστεί στις 21 Μαρτίου, την αρχή της Άνοιξης, στο πλαίσιο των δράσεων που έχουμε κάθε χρόνο σε αυτό που μεταξύ μας αποκαλούμε το “Πάρτι του Μάρτη” κι έχει επετειακό χαρακτήρα. Η κρίση του κορονοϊού βέβαια τα άλλαξε όλα, αλλά όχι το κέφι μας και το κέφι των συνεργατών μας να υλοποιήσουμε τα τελικά στάδια του βιβλίου στην περίοδο του lock-down. Η συνεργασία υπήρξε αδιάκοπη –αν και με μάσκες και γάντια– και νομίζω πως ακριβώς λόγω της φύσης αυτού του βιβλίου όλοι οι εμπλεκόμενοι βρήκαν ανακούφιση και χαρά δουλεύοντας σε κάτι δημιουργικό και πρωτότυπο. Το τελικό αποτέλεσμα μας δικαίωσε όλους.
Γιατί πιστεύετε στην Ελλάδα δε δίνεται στην τυπογραφία η σημασία που της αξίζει; Τι είναι αυτό που φρενάρει τους εκδοτικούς από το να παράξουν όμορφα βιβλία που να ξεχωρίζουν όχι μόνο για το κείμενο και την εικονογράφησή τους αλλά και για την τυπογραφία τους;
Πιστεύω ότι το βιβλίο στην Ελλάδα είναι ποιοτικότερο στην παραγωγή σε σύγκριση με άλλες χώρες. Τα λογοτεχνικά βιβλία δεν κυκλοφορούν σε δύο εκδόσεις, την πολυτελή hardback και την ευτελή paperback, όπως στις περισσότερες μεγάλες αγορές, με αποτέλεσμα η βασική έκδοση στην Ελλάδα να είναι ένας συνδυασμός των παραπάνω: ένα μαλακό βιβλίο με αυτιά, πολύ καλά χαρτιά και εκτύπωση. Αυτή είναι η εικόνα για τα περισσότερα βιβλία και οι εκδότες αξίζουν συγχαρητήρια για το γεγονός ότι έχει εδραιωθεί ένα στάνταρτ υψηλού επιπέδου. Στο παιδικό βιβλίο επίσης τα τελευταία χρόνια η ποιότητα των εκδόσεων (ελληνικών και μεταφρασμένων) έχει ανέβει σημαντικά. Από τον σχεδιασμό μέχρι την επιλογή των χαρτιών, βλέπει κανείς μια μεγάλη προσπάθεια που έχει ως αποτέλεσμα εξαιρετικά βιβλία.
Αυτό βέβαια δεν ισχύει για όλους, υπάρχουν πολλά κακοφτιαγμένα βιβλία καθώς και βιβλία που παρουσιάζονται ως καλοφτιαγμένα, αλλά προκύπτουν από τη διαδικασία του μιμητισμού, και που αφαιρούν σημαντικά από την εμπειρία της ανάγνωσης. Φαντάζομαι ότι αυτό οφείλεται στον συνδυασμό της προσπάθειας να κρατηθεί το κόστος χαμηλά (αλλά δυστυχώς όχι πάντα υπέρ της τσέπης του καταναλωτή) και ενός χαμηλού αισθητικού κριτηρίου, όπου στον τομέα μας είναι μεγάλο μειονέκτημα. Το πρόβλημα στην Ελλάδα, είναι πως πολύ συχνά αυτές οι επιλογές στην παραγωγή του βιβλίου, καθώς και τα ζητήματα αισθητικής θεωρούνται ψιλά γράμματα και κάπως εστέτ πρακτικές – στα όρια του βίτσιου. Όταν ξεκινήσαμε με την Άννα τον Μάρτη το 2014, στα χειρότερα χρόνια της –τότε– κρίσης, αποφασίσαμε πως με τα μέσα που διαθέτουμε (η Άννα είναι θεατρολόγος και μεταφράστρια και εγώ εικαστικός καλλιτέχνης με προηγούμενη εμπειρία στον σχεδιασμό βιβλίων) θα προτείνουμε βιβλία που θεωρούμε σημαντικά και πως θα δώσουμε σε όλες τις πτυχές του βιβλίου την ίδια σημασία. Αρκεί να δει κανείς ένα παιδί να διαβάζει ένα βιβλίο: κάποιες φορές το χαϊδεύει, κάποιες το μυρίζει, κάποιες το χρησιμοποιεί για μαξιλάρι και κάποιες κοιτάζει την ίδια εικόνα για μέρες για να καταλάβει ότι αυτή ή διαδικασία αναφέρεται και εμπλέκει όλες τις αισθήσεις, δημιουργώντας μια συνολική εμπειρία, η οποία εντέλει χτίζει μια συνολική αισθητική. Αυτή η διαδικασία είναι πολύτιμη παιδαγωγικά και καθόλου εξεζητημένη. Στην Ελλάδα παραδοσιακά δίνουμε μεγαλύτερη σημασία στον λόγο και δυστυχώς λιγότερη στη συνολική αισθητική και τα αποτελέσματα είναι ορατά γύρω μας. Στο παιδικό βιβλίο, όπου συγγραφέας και εικονογράφος είναι ισότιμοι, δεν υπάρχει το περιθώριο στον εκδότη να τιμήσει το ένα περισσότερο από το άλλο. Το ζητούμενο είναι ένα καλαίσθητο βιβλίο-αντικείμενο που να διεγείρει όλες τις αισθήσεις, και όταν αυτό επιτυγχάνεται η αποδοχή από τα παιδιά είναι εντυπωσιακή.
Τι δυσκολίες υπάρχουν στην παραγωγή βιβλίου τη στιγμή που μιλάμε, λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, και πόσο θα επηρεάσει όλο αυτό που συμβαίνει το παιδικό βιβλίο στην Ελλάδα;
Η δυσκολία στον χώρο του βιβλίου, τώρα και τα προηγούμενα χρόνια, είναι κατά κύριο λόγο οικονομική. Δυστυχώς, οι αναγνώστες είναι λίγοι και οι πολιτεία δεν βοηθάει ιδιαίτερα στο να ενισχύσει αυτήν την κατηγορία. Οι δανειστικές βιβλιοθήκες, η προώθηση της φιλαναγνωσίας στα σχολεία και όλα αυτά που συζητάμε για δεκαετίες δεν προχωράνε ικανοποιητικά. Το γενικότερο οικονομικό κλίμα στην χώρα τα τελευταία δέκα χρόνια έφερε μεγάλες αναταράξεις στον χώρο του βιβλίου και παράλληλα μείωσε σημαντικά την αγοραστική ισχύ των καταναλωτών. Αυτός ο συνδυασμός απαξίωσε το βιβλίο σημαντικά.
Η πλειονότητα των εκδοτών και των βιβλιοπωλών όμως στάθηκε στο ύψος της και πρόσφερε σημαντικά βιβλία όλα αυτά τα χρόνια. Η σημερινή κρίση φέρνει μνήμες της προηγούμενης στα οικονομικά και υπογραμμίζει και πάλι παθογένειες του χώρου (μεταχρονολογημένες επιταγές, αδυναμία πληρωμών κλπ). Παράλληλα, η αδυναμία διοργάνωσης εκδηλώσεων είναι επίσης ιδιαίτερα επιβαρυντική – ειδικά στο παιδικό βιβλίο. Στον αντίποδα αυτού όμως παρατηρούμε ότι εν μέσω καραντίνας, ο κόσμος διάβασε περισσότερο και οι γονείς είχαν τον χρόνο να διαλέξουν και να διαβάσουν στα παιδιά τους ποιοτικά βιβλία. Εύχομαι αυτή η εμπειρία να συνιστά σιγά σιγά τάση και να συνειδητοποιήσουμε όλοι την αναγκαιότητα της Τέχνης στη ζωή μας.
[Συνέντευξη του Γιάννη Γκανά, εικαστικού και συνδημιουργού των εκδόσεων Μάρτης, στη Ζωή Κοσκινίδου και στην ιστοσελίδα Κόκκινη Αλεπού (30/05/2020)]